Ξενώνας «Μελίτη»: Το πρώτο καταφύγιο για «δύσκολα» κορίτσια

Την ημέρα των Τριών Ιεραρχών, στην κουζίνα του ξενώνα «Μελίτη», μια γυναίκα και τέσσερα κορίτσια έφηβες μαγείρευαν μεξικάνικο. Ηταν όλες χαρούμενες, συζητούσαν και γελούσαν ακατάπαυστα.

«Κυρία, θα ήθελα να ξέρω ότι αυτό τώρα το κάνετε με αγάπη», είπε ξαφνικά ένα από τα κορίτσια. Η γυναίκα κατάπιε το δάκρυ που πήγε να ξεμυτίσει, τη διαβεβαίωσε πως ναι, και όλες μαζί συνέχισαν τη δουλειά που είχαν ξεκινήσει.

Ηταν η κατάκτηση μιας μικρής κορυφής, απαραίτητο «καύσιμο» για όλες τις πλευρές να συνεχίσουν. Γιατί οι τελευταίοι επτά μήνες σε αυτό το νεοκλασικό κτίριο του Κολωνού δεν έχουν υπάρξει εύκολοι.

Ο Ξενώνας Εφήβων Κοριτσιών «Μελίτη», δυναμικότητας 10 ωφελούμενων, που ανέπτυξε η Ελληνική Εταιρεία Ιατρικής Ψυχολογίας (ΕΕΙΨ) κατόπιν σχετικού διαγωνισμού του υπουργείου Υγείας, άρχισε να λειτουργεί στις αρχές Ιουνίου με πρώτες ενοίκους τέσσερα κορίτσια 13 έως 15 ετών με ελάχιστες αποσκευές, αλλά ασήκωτα μπαγκάζια.

Οι περισσότερες δεν είχαν πάει σχολείο, εμφάνιζαν παραβατική συμπεριφορά (κλοπές, περιστασιακή χρήση ουσιών, επιθετικότητα προς συνομηλίκους αλλά και φροντιστές, εμπλοκή με κυκλώματα εκμετάλλευσης ανηλίκων…), ήταν επιθετικές και με δυσκολία να προσαρμοστούν τόσο στις οικογένειές τους όσο και στις δομές φιλοξενίας στις οποίες είχαν προηγουμένως τοποθετηθεί, εμφάνιζαν αυτοτραυματικές και αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές. «Τα παιδιά αυτά έχουν υποστεί παραμέληση και κακοποίηση σε ακραίο βαθμό», εξηγεί στην «Κ» ο ιατρικός ψυχολόγος και πρόεδρος της ΕΕΙΨ Γιώργος Κούτας. «Συμπυκνωμένη βία σε σημείο που έχουν αποδιοργανωθεί οι εσωτερικές τους δομές».

Η διεπιστημονική θεραπευτική ομάδα από ψυχολόγους, ειδικούς παιδαγωγούς και κοινωνικούς λειτουργούς έχει αναπτύξει ένα εξατομικευμένο πρόγραμμα αποκατάστασης και θεραπείας για την κάθε έφηβη με σταθερή ψυχολογική υποστήριξη για την αντιμετώπιση τραυματικών γεγονότων και εθισμών, την επιστροφή στο σχολείο, την αντιμετώπιση μαθησιακών δυσκολιών και την επίβλεψη κατά τη διάρκεια της σχολικής μελέτης, τη στήριξη στην κοινωνικοποίησή τους και την ομαλή ένταξη και αποδοχή τους από την κοινότητα.

«Εμείς εστιάζουμε στην πραγματικότητα να δημιουργήσουμε ένα υποκατάστατο της οικογένειας που δεν έχουν ζήσει. Να είμαστε αυτοί που θα τους δώσουν θετικά πρότυπα ζωής. Ο στόχος μας να τους συνοδεύσουμε στην εφηβεία με όσο το δυνατόν λιγότερους κινδύνους».

Είναι όμως ένας καθημερινός αγώνας. Τα κορίτσια δεν ήταν συνηθισμένα σε δομημένη ζωή, μια καθημερινότητα με κανόνες, επαφή με τη σχολική κοινότητα, ωράρια. Ακόμη και ότι δεν χρειάζεται να σπάμε ό,τι δεν μας αρέσει ήταν κάτι που έπρεπε να το μάθουν από την αρχή – αρκετά έπιπλα καταστράφηκαν στην πορεία. Το κύριο στοίχημα, όμως, ήταν να μην ανοίγουν την πόρτα για να φύγουν. «Είμαστε ανοιχτή δομή, δεν έχουμε κλειστές πόρτες. Εχουμε φυγές, αλλά όχι τόσες που να μας ανησυχούν. Το γεγονός ότι επιστρέφουν στον ξενώνα είναι για εμάς ένα μικρό αλλά σημαντικό αποτέλεσμα. Αρχίζουν να αποδέχονται μια κανονικότητα στη ζωή τους», λέει ο κ. Κούτας. «Θέλουν χρόνο, καθοδήγηση συναισθηματική στήριξη, αποδοχή. Ολα αυτά κι άλλα τόσα».

Εκτός από φροντίδα, τα κορίτσια αυτά χρειάζονται και μεγάλη δαπάνη για να είναι ασφαλή και να αναπτύξουν δεξιότητες, σημειώνει με τη σειρά του ο επιστημονικά υπεύθυνος του ξενώνα, καθηγητής Ψυχιατρικής, Αθανάσιος Δουζένης. Οπως επισημαίνει, όπως σε όλους τους ξενώνες έτσι και σε αυτόν, αντιστοιχούν 0,2 άτομα προσωπικού ανά ωφελούμενο. «Αυτό σημαίνει ότι εάν έχουμε 10 κορίτσια, στη βάρδια θα έχουμε δύο άτομα προσωπικό. Αντιλαμβάνεστε πόσο ευάλωτο είναι το σύστημα. Οταν φεύγει ένα κορίτσι σε αυτή την ηλικία κανείς δεν μπορεί να κοιμηθεί το βράδυ. Δεν ξέρεις πού είναι, αν θα γυρίσει και σε τι κατάσταση. Οσο σκληροτράχηλα κι αν είναι αυτά τα κορίτσια, έξω κυκλοφορούν τύποι από φρικτά κυκλώματα. Είναι πάρα πολύ ευάλωτες και είναι πολύ δύσκολο να το δεχτούν».

Οι γονείς τους

Ακόμη και στο προστατευμένο αυτό περιβάλλον, η κακοποίηση από τις οικογένειές τους συνεχίζεται. «Εχουμε γονείς που έχουν χάσει την επιμέλεια, αλλά διατηρούν επαφή με τα κορίτσια. Τους λένε “θα έρθουμε να σε πάρουμε”, δεν έρχονται. Τα παιδιά ματαιώνονται και η ματαίωση οδηγεί σε εκρήξεις θυμού».

Είναι για όλους ένα τεράστιο στοίχημα, σχολιάζει η παιδοψυχολόγος Χρυσάνθη Ανομίτρη. «Ο συγκεκριμένος ξενώνας είναι μια νέα δομή του υπουργείου Υγείας. Είναι ένα δύσκολο εγχείρημα καθώς δεν υπάρχουν παρόμοιες παλαιότερες δομές ούτε σχετική νομοθεσία για τη λειτουργία τους. Ετσι, κινούμαστε σε αχαρτογράφητα νερά. Προχωράμε στηριζόμενοι στην ιατρική μας γνώση και με γνώμονα το όφελος των εφήβων». Το έργο χρηματοδοτείται από το Ταμείο Ανάκαμψης και κονδύλια του υπουργείου Υγείας.

Η Καθημερινή- Λίνα Γιανναρού

Facebook
Twitter
Email
Sponsored