Αρχαιοπρεπής είναι η προέλευση του «αγλέουρα» ή «αγλέορα» -όσο κι αν δεν του φαίνεται. Ετυμολογικά αποτελεί παραφθορά του αρχαιοελληνικού «ελλέβορος» (αλλέβουρας – αλλέουρας – αγλέουρας), που είναι το όνομα ενός δηλητηριώδους φυτού με όμορφα κιτρινοπράσινα λουλούδια. Το χρησιμοποιούσαν ως φάρμακο στην επιληψία μέχρι και στην κατάθλιψη, όμως μια άλλη ιδιότητά του ήταν αυτή που το έκανε γνωστό και στη γλώσσα του σήμερα: η πικρή και στυφή γεύση και οσμή του, που προκαλούσε ναυτία και δυσφορία. Αίσθηση ανάλογη με αυτή που μπορεί να έχει κανείς ύστερα από την υπερβολική κατανάλωση φαγητού ή αλλιώς έτσι και φάει τον αγλέορα.
